- Νικομάχου
- Νικόμαχοςmasc gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Proculeius — or Proklos ( el. Πρόκλος), son of Themison. He held the office of hierophant at Laodiceia in Syria. He wrote, according to the Suda, the following works:* On the gods (θεολογία) * On the myth of Pandora in Hesiod (εἰς τὴν παρ Ἡσιόδῳ τῆς Πανδώρας… … Wikipedia
Jamblichos — (spr. J amblichos), 1) aus Chalkisin Syrien; Neuplatoniker u. Wunderthäter, Schüler des Porphyrios u. Anatolios; st. 333 n. Chr. Sein System, eine Vermischung von pythagoreischen, platonischen u. orientalischen Theologumenen, suchte die… … Pierer's Universal-Lexikon
ARISTOTELES — Stagirita, Philosophus, Peripateticorum Princeps, natus est Olymp. 99. A. M. 3670. Urb. Cond. 370. Ante Christum Natum 384. Septendecim annos natus, post Nicomachi parentis mortem, Athenas profectus, Platonis auditor fuit, qui praeclarissimum… … Hofmann J. Lexicon universale
κόροιβος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Ήρωας του Άργους. Σύμφωνα με τη μυθολογική παράδοση, όταν η Ψαμάθη, κόρη του βασιλιά του Άργους, Κρότωπου, έμεινε έγκυος από τον Απόλλωνα, φοβήθηκε την αντίδραση του πατέρα της και πέταξε το νεογέννητο στα σκυλιά … Dictionary of Greek
μεταλλεύς — μεταλλεύς, έως, ὁ (Α) [μέταλλον] 1. μεταλλευτής, μεταλλωρύχος 2. ως κύριο όν. Μεταλλεύς τίτλος έργων τού Φερεκράτους και τού Νικομάχου 3. (κατά τον Ησύχ.) είδος μυρμηγκιού … Dictionary of Greek
συνθηματικός — ή, ό / συνθηματικός, ή, όν, ΝΜΑ [σύνθημα, ατος] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο σύνθημα 2. αυτός που περιέχει ή εκφράζει ένα σύνθημα, ένα σημείο συμφωνημένο εκ τών προτέρων, συμβολικός (α. «συνθηματικές γλώσσες» [γλωσσ.] ιδιώματα που… … Dictionary of Greek
φιλόξενος — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Ποιητής διθυράμβων από τα Κύθηρα (435 – 380 ή 379). Όταν οι Αθηναίοι κυρίευσαν την πατρίδα του, μεταφέρθηκε στην Αθήνα αιχμάλωτος και έγινε αρχικά δούλος και έπειτα απελεύθερος του διθυραμβοποιού Μελανιππίδη.… … Dictionary of Greek
Αριστοτέλης — I (Στάγειρα Χαλκιδικής 384 π.Χ. – Χαλκίδα 322 π.Χ.).Φιλόσοφος. Γιος του Νικόμαχου, προσωπικού γιατρού του βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα Γ’, ορφανός από πολύ νωρίς, ανατρέφεται από τον Πρόξενο τον Αταρνέα. Το 367 π.Χ., σε ηλικία δεκαεπτά ετών,… … Dictionary of Greek
Ασκληπιός — I Θεραπευτής θεός, από τους σχετικά νεότερους της ελληνικής μυθολογίας. Παρά την έκταση που πήρε η λατρεία του στους χρόνους της κλασικής αρχαιότητας και αργότερα, o μύθος της θεϊκής υπόστασης του Α. αρχίζει να εμφανίζεται στους ομηρικούς… … Dictionary of Greek
Ερπυλλίς — (4ος αι. π.Χ.). Παλλακίδα του Αριστοτέλη και μητέρα του γιου του, Νικόμαχου. Έμεινε κοντά στον φιλόσοφο έως τον θάνατό του. Ο Αριστοτέλης της κληροδότησε ένα τάλαντο και το σπίτι του της Χαλκίδας, και την εμπιστεύθηκε στη στοργή των μαθητών του… … Dictionary of Greek